Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008

Αισθητική πληρότητα

Κριτική στη παράσταση χοροθεάτρου
«Μήδεια 2» του Δημήτρη Παπαϊωάννου


Μπορεί η ανάθεση και διοργάνωση της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004 να έκανε τον Δημήτρη Παπαϊωάννου διάσημο σε όλους τους Έλληνες και το καλλιτεχνικό του δημιούργημα παγκόσμια γνωστό, όμως η παράσταση της Μήδειας το 1993, είναι εκείνη που ανέδειξε την Ομάδα Εδάφους σε μία από τις πιο άρτιες χοροθεατρικές ομάδες της δεκαετίας του ’90 και κατέστησε τον ιδρυτή της ανανεωτή του ελληνικού χοροθεάτρου και οραματιστή της εξέλιξής του. Η παράσταση της Μήδειας, που περιόδευσε στην Ευρώπη και είχε την τύχη να παιχτεί μπροστά στην ιέρεια του παγκόσμιου χορού, Pina Bausch, κάλυψε και τις πιο υψηλές απαιτήσεις όσων την παρακολούθησαν, κερδίζοντας την εύνοια και του πιο δύσκολου κριτικού. Τα μεγέθη είναι διαφορετικά όταν μιλά κανείς για ένα υπερθέαμα που απευθύνεται σε όλους και για ένα καλλιτεχνικό είδος που απευθύνεται σε εξειδικευμένο κοινό. Αυτό όμως που παραμένει ίδιο και ενώνει τα δύο αυτά διαφορετικά πολιτιστικά γεγονότα είναι ένα: η αισθητική ιδιοφυία.
Πριν από 15 χρόνια, η Μήδεια παραστάθηκε μέσα από την τέλεια χορογραφική τεχνική της Αγγελικής Στελλάτου στον ομώνυμο ρόλο και την εκφραστική ισχύ του Δημήτρη Παπαϊωάννου στον ρόλο του Ιάσονα. Το 2008 η Μήδεια2 ξαναπαρουσιάζεται με την ίδια σύλληψη, σκηνοθεσία και χορογραφία του Παπαϊωάννου, αλλά χωρίς τους σπουδαίους αυτούς χορευτές επί σκηνής. Η δυσκολία της επανάληψης μίας ιστορικής πλέον παράστασης είναι προφανής. Ένα ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί ο δημιουργός αποφάσισε να επαναλάβει ένα εγχείρημα, που στο παρελθόν σημείωσε τεράστια επιτυχία χάριν βέβαια και της συμμετοχής του χορευτικού αυτού δίδυμου. Μια απάντηση θα ήταν ότι η παραγωγή είναι ανάθεση του ελληνικού φεστιβάλ και του διευθυντή του Γιώργου Λούκου. Ίσως όμως και η ανάγκη του ίδιου του δημιουργού να παρουσιάσει, προηγούμενες, πιο «προσωπικές» του δουλειές, στο «καινούργιο» κοινό που απέκτησε μετά την Ολυμπιάδα.
Ο Παπαϊωάννου διασκευάζει τη γνωστή αρχαία τραγωδία του Ευριπίδη, εντάσσοντας τον αρχαιοελληνικό μύθο της Μήδειας στα ιστορικά του συμφραζόμενα. Η Μήδεια2 εμφανίζει την προϊστορία της τραγικής ηρωίδας και δανείζεται στοιχεία της έτσι όπως περιγράφονται στην αργοναυτική εκστρατεία. Η ζωή της Μήδειας στην Κολχίδα, πριν εξελληνιστεί, κατακτηθεί και ερωτευτεί τον Ιάσονα. Βάρβαρη και πρωτόγονη βασίλισσα, μυστηριώδης και σκοτεινή μάγισσα. Η δραματουργική επέμβαση του Παπαϊωάννου στο δραματικό πρόσωπο της Μήδειας, συντελείται μέσα από την προσθήκη ενός καινούργιου, φανταστικού δραματικού προσώπου, αυτό του Σκύλου. Ο Σκύλος μοιράζεται ή καλύτερα επωμίζεται τη σκοτεινή όψη της Μήδειας, τα ένστικτά της, υπενθυμίζοντας συνεχώς την ανατολίτική φύση και καταγωγή της. Γρυλίζει, γαβγίζει απειλητικά, θέλει να επιτεθεί όταν ο γοητευτικός Ιάσονας την προσεγγίζει και την μαγνητίζει με την όμορφη όψη του και τους «δυτικούς» του τρόπους. Αντίποδας του Σκύλου, ένα άλλο μυθικό πρόσωπο, ο θεός Ήλιος. Αγνός, καλός, ζωοποιός, πρότυπο ομορφιάς της κλασικής αρχαιότητας. Ένα ζωντανό άγαλμα που παρατηρεί τα πάντα και λειτουργεί ως εξισορροπητικός παράγοντας.
Η εκστρατεία του Ιάσονα με τον χορό των αργοναυτών, φιγούρες που παραπέμπουν σε τσαρουχικούς ναύτες, συνοψίζεται στη ρωμαϊκή ρήση Veni Vidi Vici. Η επιλεκτικότητα των μυθικών γεγονότων έρχεται σε αντίθεση με την σφιχτή εκφραστικότητα της σκηνικής αφήγησης τους. Αλλά ακόμη και όταν η Μήδεια2 προσεγγίσει τη δράση της τραγωδίας του Ευριπίδη, η πλοκή ξετυλίγεται δωρικά. Η ερωτική συνεύρεση Μήδειας-Ιάσονα, η γέννηση των παιδιών τους, ο έρωτας του Ιάσονα με την νεαρή Γλαύκη, η μοιχεία, η προδοσία, η συνειδητοποίηση της θέσης της Μήδειας, η εκδίκηση της, ο φόνος των παιδιών της και της ερωμένης είναι εικόνες σταθμοί της δράσης, συνεχή σκηνοθετικά ευρήματα πληρότητας που δίνονται ως αυτόνομες χορογραφίες, σαν μικρά αριστοτελικά δράματα που συνθέτουν το μεγάλο τραγικό τοπίο.
Η εικαστικότητα διαπνέει το σύνολο της σκηνικής αφήγησης του έργου που εμπνεύστηκε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου. Οι χορευτές χρωματίζουν με τις χορογραφίες τους το σκηνικό-καμβά της παράστασης. Στο υδάτινο δάπεδο της λευκής σκηνής, ορθώνονται δεξιά και αριστερά δύο σταθερές από σουηδικό ξύλο εξέδρες, που συμβολίζουν τους δύο κόσμους, της Μήδειας και του Ιάσονα. Μερικές σκούρες καφέ καρέκλες, τοποθετημένες διάσπαρτα αλλά και ώστε να εξυπηρετείται η συμμετρία της σκηνής, θα χρησιμοποιηθούν με πολυσήμαντο τρόπο. Αυτή η τόσο απλή και συνηθισμένη σε πολλές παραστάσεις σκηνογραφική λύση, εφαρμόζεται με τρομερή έμπνευση και αυστηρότατη γεωμετρία. Αφού παραταχθούν γραμμικά και γίνουν γέφυρα, όχημα μεταξύ Κολχίδας και Κορίνθου, θα ακολουθήσουν και θα αναδείξουν τη ψυχολογική πορεία της τραγικής ηρωίδας. Σαν να ενσωματώνεται το σκηνικό στη Μήδεια. Θα γίνουν η νοσταλγία της πατρίδας, το καταφύγιό της, θα την εγκλωβίσουν, θα την προστατεύσουν, μετά θα διαλυθούν όπως ο έρωτας της για τον Ιάσονα, θα γίνουν βαριά πόδια κουρασμένης και γερασμένης γυναίκας που προδόθηκε, θα μετατραπούν σε δεκανίκι και μαγικό σκήπτρο μάγισσας και μία από αυτές τελικά θα σπάσει στη πλάτη του Ιάσονα, όταν θα ξεσπάσει και η ζήλια της Μήδειας πάνω του.
Από τα ενδυματολογικά στοιχεία της παράστασης ξεχώρισαν οι κόθορνοι-βάρκες, με τις οποίες «έπλευσε» ο ήρωας στη Κολχίδα και βέβαια το λευκό φόρεμα της Μήδειας, ένα σχεδιαστικό αριστούργημα με πάμπολλους συμβολισμούς. Το ένδυμα υπαινισσόταν την άγρια φύση της ηρωίδας ανάλογα με τη κλίση του. Η τεράστια ουρά του, όταν ήταν κλειστή φανέρωνε την υπερηφάνεια ενός παγονιού (σύμβολο μυστικισμού) ενώ όταν άνοιγε θύμιζε φτερά νυχτερίδας. Εξαιρετικά εύκαμπτο, μεταμορφωνόταν σε κοχύλι απ’ όπου αναδυόταν η Μήδεια ως άλλη Αφροδίτη του Μποτιτσέλι, προκειμένου να σαγηνεύσει τον εκστασιασμένο Ιάσονα.
Ο σκηνογραφικός και ενδυματολογικός κόσμος της παράστασης λειτούργησε αρμονικά τόσο με τις λευκές φωτιστικές επιλογές όσο και με την οπερατική μουσική του Bellini, καταδεικνύοντας την πολύπλευρη παιδεία και ταλέντο του δημιουργού.
Η αισθαντικότητα των χορευτών, ο τέλειος συντονισμός και συγχρονισμός τους, η εκφραστική τους δύναμη μέσα από τη σωματοποιημένη ποιητικότητα της χορογραφίας αλλά και η απόλυτη γεωμετρία των κινήσεων αποκαλύπτουν ένα θέαμα υψηλής αισθητικής. Ο διανοούμενος καλλιτέχνης Δημήτρης Παπαϊωάννου έχει την ικανότητα να παράγει έργα τέχνης που έχουν την δυναμική να αφορούν μια τεράστια γκάμα ανθρώπων, από απλούς θεατές καλλιεργημένους ή μη, σχετικούς ή όχι, μέχρι τεχνοκριτικούς, χοροκριτικούς, κριτικούς θεάτρου με διαφορετική αίσθηση του ωραίου, όμορφου ή καλού, αυτού δηλαδή που ονομάζουμε μέσα μας γούστο ή στυλ, άποψη ή θέση, φόρμα ή νόρμα.


Ταυτότητα παράστασης:
Σύλληψη – Σκηνοθεσία – Χορογραφία: Δημήτρης Παπαϊωάννου
Σκηνικά: Νίκος Αλεξίου
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Σχεδιασμός και Σύνθεση Ήχων: Coti K.
Μουσική: Κολλάζ από όπερες του Vincenzo Bellini
Art Direction – Κοστούμια: Θάνος Παπαστεργίου – Δημήτρης Παπαϊωάννου
Γλυπτική: Νεκτάριος Διονυσάτος
Βοηθός Σκηνοθέτη: Τίνα Παπανικολάου
Μακιγιάζ: Ιωάννα Τσελέντα

Βοηθοί Χορογράφου: Νίκος Δραγώνας, Νίκος Καλογεράκης
Βοηθός Φωτιστή: Θοδωρής Μιχόπουλος
Βοηθός Ενδυματολόγου: Βασιλεία Ροζάνα
Εκτέλεση Μακιγιάζ: Εβελίνα Ζαγάρη
Hair Styling: Αλέξανδρος Μπαλαμπάνης

Τεχνικός Διευθυντής: Κώστας Κεφάλας
Τεχνικοί Σκηνής: Μαχμούτ Μπαμερνί, Γεώργιος Μπαμπανάρας, Δρόσος Σκώτης
Προγραμματισμός – Εκτέλεση Φωτισμών: Τάσος Γλυκός
Ηχολήπτες: Αλέξανδρος Διάκος, Νικόλας Καζάζης

Ερμηνευτές:

Μήδεια: Ευαγγελία Ράντου
Ιάσων: Γιάννης Νικολαΐδης
Σκύλος: Άρης Σερβετάλης
Γλαύκη: Κατερίνα Λιόντου
Ήλιος: Φοίβος Παπαδόπουλος

Αργοναύτες: Νίκος Δραγώνας, Μιχάλης Ελπιδοφόρου, Νίκος Καλογεράκης, Τάσος Καραχάλιος, Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης, Φοίβος-Θωμάς Κυριάκου, Αγνή Παπαδέλη-Ρωσσέτου, Βαγγέλης Τελώνης, Συμεών Τσακίρης, Altin Huta

Φεστιβάλ Αθηνών – 1-5 Ιουνίου 2008 Φεστιβάλ «Meet in Beijing», National Centre for the Performing Arts, Πεκίνο – 1 και 2 Αυγούστου 2008
Θέατρο Παλλάς – Οκτώβριος 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια: